Sunday, September 30, 2007

Theodor W. Adorno ΤΟ ΩΡΑΙΟ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ

Το κείμενο αυτό αποτελεί αποσπασματική σύνοψη θέσεων του Adorno για το ωραίο στην τέχνη από το βιβλίο του ‘Αισθητική Θεωρία’ (1968). Παραθέτουμε τα βασικά σημεία:


Είναι κοινός τόπος ότι η τέχνη δεν χωράει μέσα στην έννοια του ωραίου και ότι για να την πληρώσει χρειάζεται το άσχημο ως άρνησή του.

Σύμφωνα με μια γνωστή θέση του Hegel η ομορφιά δεν συνδέεται μόνο με την ισορροπία ως αποτέλεσμα, αλλά πάντοτε και με την ένταση από την οποία προκύπτει το αποτέλεσμα. Έτσι η αρμονία που ως αποτέλεσμα αποκρύπτει την ένταση, η οποία ηρεμεί λόγω ισορροπίας μέσα της, γίνεται κάτι ενοχλητικό, ψευδές ή, όπως θα μπορούσαμε να πούμε διάφωνο.

Ο ορισμός της αισθητικής ως διδασκαλίας περί του ωραίου δεν είναι πολύ γόνιμος, επειδή ο τυπικός χαρακτήρας της έννοιας του ωραίου παρεκκλίνει από το πλήρες περιεχόμενο του αισθητικού φαινομένου.

Σε καιρούς που η φύση ορθωνόταν πανίσχυρη απέναντι στους ανθρώπους δεν υπήρχαν περιθώρια για το ωραίο στη φύση. Όπου η φύση δεν ήταν πραγματικά υποταγμένη, η εικόνα της ανυποταξίας της τρόμαζε τους ανθρώπους. Η τέχνη δεν είναι φύση, όπως θα επιθυμούσε να μας κάνει να πιστέψουμε ο ιδεαλισμός.

Χωρίς ιστορική μνήμη δεν θα υπήρχε καμιά ομορφιά. Η ανάμνηση της ελευθερίας μέσα στο ωραίο στη φύση είναι παραπλανητική, διότι προσδοκά την ελευθερία στην παλαιότερη ανελευθερία.

Η άμεση εμπειρία της φύσης, που έχασε την κριτική αιχμή της και υπάγεται στην ανταλλακτική σχέση – το δείχνει η έκφραση τουριστική βιομηχανία – έγινε ουδέτερη, μη δεσμευτική και απολογητική: η φύση έγινε προστατευόμενη ζώνη, εθνικό πάρκο και άλλοθι.

Ωραίο είναι στη φύση εκείνο που φαίνεται να είναι κάτι περισσότερο από αυτό που όντως είναι εκεί όπου βρίσκεται. Η τέχνη δεν είναι απομίμηση της φύσης, αλλά του ωραίου στη φύση, το οποίο αυξάνεται μαζί με την αλληγορική πρόθεση που δείχνει χωρίς να την αποκρυπτογραφεί, με υπονοούμενες σημασίες, οι οποίες δεν αντικειμενοποιούνται
όπως στη γλώσσα που δηλώνει τι εννοεί. Το ωραίο στη φύση ζει στη διακύμανση και όχι στις μονοσήμαντα καθορισμένες σχέσεις.

Η τέχνη δεν απομιμείται τη φύση ούτε μεμονωμένες φυσικές ομορφιές, αλλά οπωσδήποτε το ωραίο στη φύση αυτό καθ’ αυτό. Αυτό κατονομάζει, πέρα από τη απορία (Aporie) του ωραίου στη φύση, την απορία της αισθητικής στο σύνολό της. Το αντικείμενό της καθορίζεται ως μη καθορίσιμο, αρνητικά.
Σε αντιδιαστολή προς τον φιλόσοφο της ταυτότητας Hegel (ταυτότητα του νοείν και του είναι), η φυσική ομορφιά βρίσκεται πολύ κοντά στην αλήθεια, αλλά συγκαλύπτεται τη στιγμή της άμεσης εγγύτητας. Το έμαθε και αυτό η τέχνη από το ωραίο στη φύση καθώς το μιμήθηκε.

Το ωραίο στη φύση βρίσκει τη δικαίωσή του μόνο με το χαμό του, μόνο καθώς η ανεπάρκειά του εγκαθιδρύεται ως λόγος ύπαρξης του ωραίου στην τέχνη. Μόνο ως αντίθετοι πόλοι, όχι με την ψευδομορφική απομίμηση της φύσης από την τέχνη, συνδέεται η μία με την άλλη. Όσο πιο αυστηρά απέχουν τα έργα τέχνης από τη φυσικότητα και την απεικόνιση της φύσης, τόσο περισσότερο τα επιτυχή έργα τέχνης πλησιάζουν τη φύση.

(μετάφραση Λ. Αναγνώστου, εκδόσεις Αλεξάνδρεια)