Sunday, June 24, 2007

ΕΞΑΙΦΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ

Το κείμενο αυτό ερμηνεύει κατά κάποιο τρόπο ορισμένες απόψεις που αναπτύχθηκαν προηγουμένως ( ‘Εξαίφνης και Μουσική’ ). Αν και φαινομενικά πιο γενικό και θεωρητικό,
θα μας επιτρέψει, νομίζω, να απαντήσουμε με μεγαλύτερη σαφήνεια στα ερωτήματα που έχουν ανακύψει όπως η έννοια της αντίστιξης πάνω σε διαφορετικούς χρόνους, τι σημαίνει και ποια μορφή έχει ένα πολύμορφο πεδίο χώρου και βέβαια ποια είναι η βαθύτερη έννοια του μουσικού χρόνου.

1. Η συνείδηση ως βιωμένος χώρος και ανάμνηση

Τα όρια ανάμεσα στο ον και το μη-ον είναι ασαφή: βρίσκονται δίπλα μας, μέσα μας, παντού. Βρίσκονται σε κάθε σημείο του απροσδιόριστου γίγνεσθαι.Τόσο ο χώρος όσο και ο χρόνος εκφράζονται σε αδιάρρηκτη ενότητα με τη συνείδηση. Η συνείδηση είναι εκείνη που αποκαλύπτεται μέσα στο βιωμένο χώρο, που θυμάται τον εαυτό της μέσα στο βιωμένο χρόνο. Ίσως θα ήταν πρoτιμότερο να αντιληφθούμε αυτό που άκριτα ονομάζουμε περιβάλλον σαν ένα απροσδιόριστο πεδίο ποικιλόμορφων αποχρώσεων βιωμένου χώρου μέσω της ανάμνησης.

H έννοια της στιγμής μπορεί να περιγραφεί σαν ανταλλαγή σημάτων μεταξύ αυτού που είμαι τώρα και εκείνου που ήμουνα όταν έγραφα τη λέξη τώρα: εκείνου που θα είμαι όταν θα διαβάζω τη λέξη τώρα, τώρα που το μόνο που διατηρώ είναι η ανάμνηση της λέξης και η ανάμνηση της στιγμής που τη δημιούργησε. Αυτό είναι το εξαίφνης ή παρόν-καθαυτό: Eνα σημείο αναφοράς του συνειδητοποιημένου χώρου. Εμφανίζεται ακαριαία, δημιουργώντας ιστορία, εξαφανίζεται ακαριαία παίρνοντας μαζί το ιστορικό του βάρος πριν επανεμφανιστεί σε ένα καινούργιο εξαίφνης απρόβλεπτο ως προς το περιεχόμενο του. Στη περίοδο όμως της ‘εξαφάνισης’ η στιγμή ενσωματώνεται ως ανάμνηση παρόντος στο χρόνο και το χώρο, διαμορφώνοντας έτσι συνείδηση: Διότι η συνείδηση μόνο ως μη-ον είναι το όντως-ον, το ον-καθαυτό!

Κάθε στιγμή, παρά την πολύπλοκη δομή της, εκφράζεται ως μοναδικότητα. Ο χρόνος και ο χώρος-καθαυτό εμπεριέχονται στη στιγμή προσδιορίζοντας ένα πεδίο χρόνου και χώρου με χαρακτηριστικά μη-όντος εντός του οποίου απαστράπτει ως όντως-ον η στιγμή: το εξαίφνης!
Το πεδίο αυτό περιλαμβάνει όλους τους πιθανούς συνδυασμούς ενός εξαίφνης που απέτυχε να αποκαλυφθεί. Η ενέργεια όμως της στιγμής που αποκαλύφθηκε ενσωματώνεται στο χρόνο και το χώρο της συνείδησης που μεταβάλλεται. Αφομοιώνει δηλαδή βιωμένο χώρο και ανάμνηση διαφοροποιούμενη προς τον εαυτό της που, αν και όντως-ον παραμένει μη-ον.

2. Βιωμένος χώρος και ανάμνηση σαν διαμεσολάβηση

Κάθε στιγμή - το εξαίφνης, το κάθε εξαίφνης της ύπαρξης μας - παίρνει υπόσταση από το χώρο και το χρόνο διαμορφώνοντας νέα δεδομένα καθώς εμπλέκεται στο ον-καθαυτό της συνείδησης. Αν προσπαθήσουμε τώρα το αντίστροφο, να διαμελίσουμε δηλαδή τη στιγμή, είναι προφανές ότι διασπάμε βιωμένο χώρο και ανάμνηση σε μικρότερες μονάδες που σταδιακά χάνουν τα προσδιοριστικά τους στοιχεία. Ελαχιστοποιώντας το μέγεθος της πληροφορίας, κάθε στιγμή βρίσκεται πλησιέστερα στο όντως-ον του χρόνου και του χώρου αλλά δεν έχει πια ενέργεια για να το συνειδητοποιήσει: Χάνει δηλαδή την ταυτότητα της
και παραμένει σε κατάσταση ύπνωσης στις πύλες του μη-όντος.

H σχέση χρόνου και χώρου-καθαυτό προς την καθεύδουσα συνείδηση είναι η πλησιέστερη μορφή ενδοεπικοινωνίας αφού ένα αποψιλωμένο εξαίφνης αγγίζει το ον-καθαυτό που όμως, όπως είπαμε, δεν έχει ενέργεια για να το εκφράσει. Επομένως το όντως-ον που δεν γνωρίζουμε και η ανάμνηση της συνείδησης, μέσα από ένα πεδίο βιωμένου χώρου, σχηματίζουν μια ενότητα σε συνεχείς και απρόβλεπτες εναλλαγές αποκαλύψεων.

Προϋπάρχουσες αρχετυπικές εικόνες αποτελούν σύμβολα, άρα προϋποθέτουν ένα πεδίο βιωμένου χώρου και ανάμνησης στο οποίο μπορούν να διαμορφωθούν. Η ανάκληση επομένως στη συνείδηση αρχέτυπων του ασυνείδητου είναι μια λειτουργία της ίδιας της συνείδησης σε ετεροφωνία με τη σκιά της: Δεν έχει να κάνει, δηλαδή, με αρχετυπικές μορφές έξω από τα –οπωσδήποτε - ακαθόριστα όρια της συνείδησης. Είναι η ίδια η συνείδηση που δημιουργεί – διαχρονικά –τα σύμβολα. Όμως αυτή η σχηματοποίηση των αρχέτυπων αποδυναμώνει ουσιαστικά το περιεχόμενό τους καθιστώντας το προβλέψιμο.
Ίσως αυτό εννοεί ο Πλάτων στον διάλογό του ‘Φαίδων’:
‘ Η μάθηση δεν είναι τίποτε άλλο από ανάμνηση. Αναγκαίο είναι λοιπόν σε προγενέστερο χρόνο να έχουμε μάθει αυτά που τώρα ενθυμούμαστε’.


Άλκης Παναγιωτόπουλος

Sunday, June 17, 2007

Martin Heidegger Η ΓΛΩΣΣΑ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ

Σύμφωνα με τον Stockhausen o Γερμανός εξπρεσσιονιστής ζωγράφος Paul Klee είναι ο καλύτερος καθηγητής μουσικής σύνθεσης. Η άποψη αυτή έχει βάση αν λάβουμε υπ΄όψη την εγγενή αφαιρετικότητα των δύο τεχνών στις οποίες θα μπορούσαμε να προσθέσουμε και την ποίηση. Παραθέτουμε λοιπόν ένα μικρό απόσπασμα από το έργο του Martin Heidegger
' Η Γλώσσα στην Ποίηση, ένας εντοπισμός της ποίησης του Georg Trakl ' που θα μπορούσε να προσδιορίσει την διαδικασία της σύνθεσης από άλλη πλευρά.

'' Ποίηση θα πει ομο-λογία, λόγος δηλαδή του σ΄αυτήν καταλογισμένου εύηχου του πνεύματος της έκλειψης. Η ποίηση, πολύ πριν γίνει λόγος με την έννοια της διατύπωσης, είναι καταρχήν άκουσμα. Η έκλειψη προσλαμβάνει από πριν το άκουσμα στο ευήχό της, ώστε αυτό να διαφωτίζει τον λόγο, μέσα από τον οποίο κατόπιν αρθρώνεται. Η σεληνιακή ψύχρα της ιερής κυανότητας της πνευματικής νύχτας δονεί και διαφέγγει κάθε ατένισμα και κάθε λόγο. Η γλώσσα του γίνεται έτσι μια ομολογία, γίνεται: ποίημα. Το ειπωμένο της φυλάγει την ποίηση, σαν την ουσιαστικά ανείπωτη.
Η γλώσσα των ποιημάτων του Georg Trakl μιλά μέσα από την μετάβαση. Μιλά από το πέρασμα επάνω και μέσα από τη νυχτερινή λίμνη της πνευματικής νύχτας. Μιλά από το καθ΄οδόν της έκλειψης, γι' αυτό και μιλά πάντοτε συγχρόνως μέσα από αυτό το οποίο με την έκλειψη εγκαταλείπει, και μέσα από αυτό προς το οποίο η έκλειψη οδηγεί. Η γλώσσα της ποίησης είναι ουσιαστικά πολυσήμαντη, και τούτο με τον δικό της τρόπο. Δεν ακούμε τίποτα από τον λόγο του ποιήματος, όσο τον αντιμετωπίζουμε μόνο με κάποιο αμβλυμένο αίσθημα κάποιας μονοσήμαντης άποψης.
Το ποίημα μιλά μέσα από μια δισήμαντη δισημαντότητα. Μόνο που αυτό το πολυσήμαντο του ποιητικού λόγου δεν διασκορπίζεται σε μια ακαθόριστη πολυσημαντότητα. Ο πολυσήμαντος λόγος της ποίησης του Trakl έρχεται μέσα από μία περισυλλογή, δηλαδή μέσα από μία συμφωνία που, εννοημένη αφ' εαυτού της, μένει πάντα ανείπωτη. Το πολυσήμαντο αυτού του ποιητικού λόγου δεν είναι η ανακρίβεια του διαλυμένου αλλά η αυστηρότητα του λιτού.
Συχνά αυτόν τον αφ' εαυτού του ολότελα σίγουρο πολυσήμαντο λόγο, ο οποίος προσιδιάζει στα ποιήματα του Trakl, δύσκολα μπορούμε να τον διακρίνουμε από τη γλώσσα άλλων ποιητών, το πολυσήμαντο της οποίας προέρχεται από το ακαθόριστο μιας ανασφάλειας της ποιητικής αναζήτησης, γιατί της λείπει η ιδίως ποίηση και ο τόπος της.
Η μοναδική αυστηρότητα της ουσιαστικά πολυσήμαντης γλώσσας του Trakl είναι, με ένα υψηλότερο νόημα, τόσο μονοσήμαντη, ώστε να παραμένει άπειρα ανώτερη και από κάθε τεχνική ακρίβεια των αμιγώς επιστημονικών-μονοσήμαντων εννοιών. ''

Friday, June 15, 2007

ΜΕΛΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΟ

Είναι απολύτως φανερό ότι στην εποχή μας, όπου το κακόγουστο κυριαρχεί, η τέχνη δεν έχει θέση γιατί ναρκοθετεί την ύπαρξη του άχρηστου και του περιττού, δηλαδή την ύπαρξη της σημερινής κοινωνίας. Δεν είναι λοιπόν τυχαία η επιβολή του μεταμοντέρνου που δεν είναι τίποτε άλλο από την αναπαλαίωση γνωστών μορφών και την παραγωγή έργων που κινούνται στα πλαίσια του αντίγραφου. Μεταμοντέρνο βέβαια είναι και η αναπαραγωγή του πρόσφατα μοντέρνου! Με δύο κουβέντες, κάθε συνθέτης που το έργο του παραπέμπει στον Μπραμς , τον Μάλερ, τον Σοστακόβιτς τον Ξενάκη ή τον Λουτοσλάβσκι παράγει κάτι το κόσμια περιττό. Και το αντίγραφο στην τέχνη είναι κόσμια περιττό γιατί ανατυπώνει συναισθήματα που, με την σειρά τους, δημιουργούν αντίγραφα πρωτογενών συναισθημάτων. Έτσι φτάνουμε στο αντίγραφο του ανθρώπου που μέσα του δονείται ο αντιγραμμένος ήχος –ο ψευδής ήχος-με υπόσταση όντος καθαυτό! Αν δεχτούμε ότι η τέχνη είναι κατ' εξοχήν πνευματική δημιουργία τότε δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως αναλώσιμο προϊόν . Και όμως! Η μελοποίηση της ποίησης – και όχι της στιχοπλοκής - αποτελεί μια χαρακτηριστική περίπτωση μεταμοντερνισμού που ξεκίνησε, αιώνες πριν. Δεν αναφέρομαι βέβαια στη δημοτική μουσική όλων των λαών, όπου στίχος και μέλισμα σχηματίζουν μία ενότητα, αλλά στην στρεβλή προσαρμογή ενός ‘λιμπρέττου’ στις φωνητικές ανάγκες των τραγουδιστών με τις υψιφώνους να ουρλιάζουν ως μετάπραξη σε ποιητικά κείμενα. Έχουμε δηλαδή και εδώ (με χειρότερο μάλιστα τρόπο) κατασκευή αντιγράφων όπου το πρωτότυπο είναι τόσο παραμορφωμένο ώστε έχει καταντήσει όντως μη ον!

Για πολλούς, είναι αδύνατον να υπάρξει μουσική χωρίς την ποίηση, γι’ αυτό και είναι λάτρεις της όπερας, αν και το είδος αυτό μπορεί να υποβαθμίσει την ανθρώπινη νόηση τόσο πολύ. Ας θυμηθούμε μόνο τον Μπουλέζ που είχε πει ότι θα έπρεπε να καούν οι όπερες ( οι παρτιτούρες ή τα κτήρια, δεν είναι σαφές ) και τον Νίτσε που υποστήριξε στην 'Γέννηση της Τραγωδίας ' ότι η όπερα δεν έχει καμιά σχέση με τη μουσική απευθυνόμενη σε παντελώς αμόρφωτα άτομα. Όμως δεν είναι μόνο η όπερα! Αυτό που εντυπωσιάζει είναι πως αρκετοί ποιητές αποδέχονται μελοποιήσεις των έργων τους ανεξάρτητα από τον βαθμό επιτυχίας του συγκερασμού μουσικού ήχου και ποιητικού λόγου. Αυτό οφείλεται στην ανεπαρκή γενικά μουσική αίσθηση των ποιητών πού δεν πτοούνται όταν τα έργα τους μετατρέπονται σε άριες αναγνωρίσιμες μόνο από τους υπότιτλους ως προς το περιεχόμενο του λόγου. Μένει, βέβαια, το ερώτημα αν η μεγάλη ποίηση κινδυνεύει από τη μελοποίηση. Εδώ θα έλεγα απλά πως μέσω της μουσικής, ακόμα και της μεγίστης, η μεγίστη ποίηση χάνει την αυτοτέλειά της και οδηγείται εκεί όπου την σύρει ο συνθέτης. Άλλη εντύπωση μας δημιουργεί ένα ποίημα όταν το ΑΚΟΥΜΕ ΜΕΣΑ ΜΑΣ, με την εσωτερική μας αίσθηση και άλλη όταν γίνεται τραγούδι στο μπαράκι ή θούριο για την απόσυρση του νόμου 47. Όπερες, τραγούδια του πόνου και της αγάπης, λαρυγγώδεις ανησυχίες φίλων στις ταβέρνες μπορούν άριστα να στηριχτούν σε επιτυχημένους στίχους και να πλαισιωθούν με την αντίστοιχη κατά περίσταση μουσική επένδυση. Είναι η λεγόμενη ψυχαγωγική (Unterhaltung) μουσική. Ένα αξιόλογο ποίημα, όπως και ένα μυθιστόρημα ή ένα διήγημα μπορούν να αποτελέσουν ΘΕΜΑ για μία σύνθεση που έχει στόχο τη δημιουργία αυθύπαρκτης καλλιτεχνικής εικόνας και όχι απαρχή περιττών μελισματικών παρεμβάσεων που μόνο βλάβη προκαλούν. Ένα καλό παράδειγμα αποτελούν μουσικές συνθέσεις εμπνευσμένες από πίνακες ζωγραφικής: Εδώ το αφαιρετικό στοιχείο στη διαδικασία δημιουργίας του έργου είναι πρόδηλο λόγω της αυτονομίας των δύο τεχνών.

Η μελοποίηση λοιπόν θα μπορούσε να θεωρηθεί, στην καλύτερη περίπτωση, μια προσπάθεια εκλαΐκευσης της ποίησης. Είναι επομένως μια μεταμοντέρνα προσέγγιση της μουσικής, διαχρονική στη σύλληψή της όπως τα αντίγραφα συναισθημάτων που είπαμε πιο πάνω, που το υποστασιακό της περιεχόμενο δικαιώνεται μόνο όταν μπει στην σωστή του θέση: Την ψυχαγωγία. Είναι και αυτό μια μορφή έκφρασης που δεν πρέπει όμως να συγχέεται με έννοιες όπως τέχνη ή καλλιτεχνική εικόνα.

Α.Π.

Friday, June 8, 2007

ΚΑΘΟΛΙΚΕΣ ΣΤΑΘΕΡΕΣ

Από τον συνθέτη και φίλο Μιχάλη Γρηγορίου λαβαμε τον πρόλογο του νέου βιβλίου του με τίτλο: ΜΟΥΣΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ (Καθολικές Σταθερές και Πολιτισμικές Μεταβλητές) που δεν έχει ακόμα κυκλοφορήσει. Παραθέτουμε ένα σύντομο απόσπασμα που θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης επί των αρχικών υποθέσεων για καθολικές σταθερές:


'' Η μουσικη λειτουργησε ανεκαθεν ως συμβολικο μεσον εκφρασης και επικοινωνιας που επιτρεπει τη σηματοδοτηση και τη μεταδοση νοηματων και συναισθηματικων ποιοτητων, αλλα κι’ ως μορφη συλλογικης ή ατομικης δραστηριοτητας που στοχευει στο συντονισμο και στην επαληθευση αλλων κοινωνικων δραστηριοτητων και στην ενδυναμωση της συνοχης της ανθρωπινης κοινοτητας. Εξεταζοντας τη μουσικη ως συμβολικο μεσον εκφρασης και επικοινωνιας θα δειξουμε οτι οι μηχανισμοι της μουσικης αντιληψης βασιζονται σε καθολικες σταθερες αναλογες μ’ εκεινες στις οποιες βασιζεται η αντιληψη κι’ αλλων συμβολικων συστηματων που αντλουν τα νοηματα τους μεσα στη ροη του χρονου.............
Στο πρωτο μερος της μελετης (κεφαλαια 2-10), θα επιχειρησουμε να δειξουμε πως η μουσικη εκφραση εχει παντα καποια σταθερα χαρακτηριστικα που αντανακλουν τους ενιαιους τροπους λειτουργιας της ανθρωπινης αντιληψης, η δε δυνατοτητα της μουσικης να σηματοδοτει και να μεταδιδει νοηματα και συναισθηματικες ποιοτητες και να κινητοποιει συγκινησιακα τους ακροατες βασιζεται στη λειτουργια “καθολικων σταθερων”, αναλογων μ’ εκεινες που καθοριζουν την αντιληψη της γλωσσας. Ετσι, εκτος απο την αντιληπτικη σταθερα της “ισοδυναμιας της οκταβας” (“octave equivalence”), δηλαδη την εμφυτη ικανοτητα αναγνωρισης του μουσικου διαστηματος της 8ης στην οποια βασιζεται η δημιουργια των μουσικων κλιμακων ολων των μουσικων πολιτισμων της ανθρωποτητας, οι υπολοιπες “καθολικες σταθερες” που μπορουν να ερμηνευσουν τους μηχανισμους της μουσικης αντιληψης περιγραφουν τροπους λειτουργιας του εγκεφαλου που δεν ισχυουν μονο για την αντιληψη και τη διαχειριση των μουσικων ερεθισματων, αλλα και για την αντιληψη της γλωσσας και των αλλων συμβολικων συστηματων που αντλουν τα νοηματα τους μεσα στη ροη του χρονου, οπως ειναι ο χορος, η μιμικη και οι διαφοροι κωδικες “επισημαντικης συμπεριφορας” (“designative behaviour”), δηλαδη οι εκφρασεις του προσωπου, οι χειρονομιες, κι’ οι στασεις του σωματος, αλλα κι’οι τροποι επιτονισμου της ομιλίας.''

Friday, June 1, 2007

ΕΞΑΙΦΝΗΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΗ

Αν η μουσική διακρίνεται για την απροσδιοριστία της,
ένας συνεπής ορισμός θα ήταν περίπου ο εξής:

Η μουσική εκφράζει τη συνείδηση μέσα από συνδυασμούς ήχων
προσπαθώντας να τη συμφιλιώσει με την ανάμνησή της.

Λέγοντας ήχος εννοείται μια αυτοτελής μονάδα φυσικού μεγέθους
με τα γνωστά χαρακτηριστικά ( ύψος, ένταση, ηχόχρωμα, διάρκεια )
που όμως αποκτάει υπόσταση μέσα από τον εσωτερικό κόσμο του ίδιου
του δημιουργού της.

Λέγοντας συνείδηση υποδηλώνεται το περιεχόμενο μιας στιγμής
ενoς εξαίφνης - στο σύνολο του, όπως αυτό αποκαλύπτεται σε κάθε
άτομο χωριστά. Η σχέση της επομένως με την ανάμνηση είναι η σχέση
με στιγμές που προηγήθηκαν.

Η δημιουργία μουσικού χρόνου που κινείται σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενοπεδίο χώρου αποτελεί την ουσία της μουσικής. Ο μουσικός χρόνος προκύπτει
από τη μουσική ροή και δημιουργεί χώρο μέσα από στιγμιαίες διαδοχικές ηχητικές εντυπώσεις.

Ένας συνδυασμός ήχων δεν εκφράζει υποχρεωτικά κάθε συνείδηση
γιατί η συνείδηση κωφεύει επιλεκτικά και βιώνει τους ήχους απρόβλεπτα,
ανάλογα με τις αναμνήσεις της αντίληψης.

Ο χρόνος και ο χώρος αποτελούν μια ενότητα στη μουσική.
Προσδιορίζονται ως χώρος σε στιγμιαία αποτύπωση μέσω της κίνησης
( το τώρα μιας ηχητικής εντύπωσης ) ή ως χρόνος από την ανάμνηση
της ηχητικής εντύπωσης που ήδη έφυγε.
Ήχος λοιπόν χωρίς να έχει μέσα του βιωμένο χρόνο και χώρο
δεν αντιπροσωπεύει τίποτα.

Αντίληψη + Ανάμνηση = Συνείδηση ( Leibniz )
Συνείδηση = το Όλον της Στιγμής ( Jaspers )

Η στιγμή, ως περιεχόμενο, ορίζεται εκ των υστερών, δηλαδή:

Στιγμή Α __________ Στιγμή Β
Συνείδηση Όλου
__________ της Στιγμής Α

Η ανάμνηση της αντίληψης διαφέρει από την ανάμνηση της συνείδησης:
Βρίσκεται σε χαμηλότερη εξελικτική βαθμίδα.
Υπάρχει συνεπώς μια αέναη ανέλιξη προς τη συνείδηση μέσω της ανάμνησης.

Αφού λοιπόν η μουσική εκφράζει τη συνείδηση, εκφράζεται παράλληλα
από το κύριο συστατικό της: την ανάμνηση. Η ανάμνηση, είναι εκείνη
που δίνει πνεύμα και έκφραση στη μουσική ενεργώντας, πολλές φορές, αποκαλυπτικά.

Αρμονία είναι το πλέγμα που σχηματίζεται από την μετατόπιση της μουσικής
πάνω σε διαφορετικούς χρόνους. Δημιουργείται έτσι ένα πολύμορφο πεδίο χώρου που προκύπτει από την αντίστιξη διαφορετικών χρόνων.

Κενό δεν υφίσταται. Ένα ηχητικό νέφος περιβάλλει τη μουσική σιωπή:
Το περιεχόμενό της είναι ενεργειακά διαφορετικό κάθε στιγμή.

Μια συχνότητα από μόνη της δεν παραπέμπει πουθενά. Είναι το εξαίφνης,
το κάθε εξαίφνης της δημιουργικής μας ύπαρξης που δίνει χρώμα, βέλος και περιεχόμενο στον χώρο και τον χρόνο της συχνότητας. Μια ουσιαστική επαφή με την εκφραστική δύναμη του ήχου ξεκινάει από τη μεγαλύτερη δυνατή διείσδυση στην ίδια τη συχνότητα.

Η μορφή δεν σχηματίζεται από τη διάδοχη καταστάσεων αλλά μάλλον από
την ετερόφωνη εξέλιξη τους. Η εμπλοκή διαφορετικών συμβάντων που συνυπάρχουν καθορίζει το περιεχόμενο της συγκεκριμένης στιγμής.
Μορφή λοιπόν είναι η απροσδιόριστη σχέση που προκύπτει από ένα σύνολο στιγμών.

Άλκης Παναγιωτόπουλος